Το μονοπάτι για αληθινή πρόοδο – προσωπική, κοινωνική, εθνική ή οικουμενική – περνάει μέσα από την αυτογνωσία και αυτοσυνείδηση του ανθρώπου. Όσο πιο καλά γνωρίζουμε την αλήθεια για τον εαυτό μας, την πνευματική μας φύση, τη δυνατότητά μας για υπεροχή, και τον υψηλότερο σκοπό της ζωής, τόσο πιο κοντά βρισκόμαστε στο να πραγματώσουμε την εσωτερική γαλήνη, αληθινή αγάπη και ευτυχία.
Ποιοι είμαστε; Όλοι προσποιούμαστε ότι γνωρίζουμε. Πόσο κοντά όμως είναι η γνώση μας προς την αλήθεια; “Γνώθι σ’ αυτόν”, προέτρεπαν οι αρχαίοι Έλληνες σοφοί· όμως πώς μπορούμε να γνωρίσουμε τους εαυτούς μας; πώς καταπιάνεται κανείς μ’ αυτό το έργο; Ποιος να γνωρίσει ποιον; Ποιος είναι το υποκείμενο και ποιος είναι το αντικείμενο της γνώσης;
Μια και σε τούτο το ιστολόγιο έχω επιλέξει να περιοριστώ μόνο στη Βίβλο σαν πηγή γνώσης και βάση για στοχασμό, θα προσπαθήσω να συλλέξω πληροφορίες για τον άνθρωπο από εκεί. Όπως και με όλα τ’ άλλα θέματα του ιστολογίου τούτου, θα εντοπίσουμε σχετικά εδάφια, τα οποία είναι σκορπισμένα εδώ κι εκεί μέσα στα κείμενα της Βίβλου, που ρίχνουν φως στη φύση του ανθρώπου. Πράγματι, όπως παραδέχεται και ο προφήτης Ησαΐας, ο λόγος του Θεού μας έχει δοθεί, «διδασκαλία επί διδασκαλίαν, στίχος επί στίχον, ολίγον εδώ και ολίγον εκεί.» (Ησαΐας 28: 13)
Αυτό βεβαίως, δεν έγινε επειδή ο Θεός, για δικούς του λόγους, δεν ήθελε να μας αποκαλύψει όλη την Αλήθεια μονομιάς, αλλά επειδή οι άνθρωποι, ναι, ακόμη και οι μεγάλοι προφήτες, αντιλαμβάνονταν την αλήθεια λίγο-λίγο, κι έτσι τη μετέφεραν σ’ εμάς στίχο-στίχο. Ας δούμε λοιπόν τι έχει να μας πει η Βίβλος για τον άνθρωπο.
Ι: Το ανθρώπινο πνεύμα
Ο άνθρωπος είναι θεϊκός, και η πιο σπουδαία ‘τέχνη’ που πρέπει να μάθει στη ζωή είναι η ‘τέχνη’ της αφύπνισης και ανάπτυξης της έμφυτης πνευματικής αρχής που είναι μέσα του.
Ας δούμε, λοιπόν, τι έχει να μας πει η Βίβλος περί αυτού. Πρώτα-πρώτα η Βίβλος δηλώνει ότι το υλικό που ο Θεός χρησιμοποίησε για να δημιουργήσει τον άνθρωπο ήταν χώμα που στη συνέχεια το ζωντάνεψε με την ίδια την αναπνοή του: «Και έπλασε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπο από χώματος εκ της γης· και εμφύσησε εις τους μυκτήρας αυτού πνοή ζωής, και έγινε ο άνθρωπος ψυχή ζώσα.» (Γένεσις 2: 7)
Ώστε το υλικό με το οποίο ο Θεός έκαμε τον άνθρωπο είναι χώμα. Όμως το χωμάτινο αυτό σώμα, το πήλινο δοχείο όπως το αποκαλεί ο Απόστολος Παύλος, περικλείει μια ζωντανή ψυχή, το αποτέλεσμα της αναπνοής που εμφύσησε ο Θεός μέσα στα ρουθούνια του! Ήταν λοιπόν, επόμενο, ο άνθρωπος να μοιάζει στο Δημιουργό αφού ενσωματώνει ένα στοιχείο του: την θεϊκή αναπνοή! Αυτή, άλλωστε, ήταν και η πρόθεση του Θεού. Ένα άλλο εδάφιο το επιβεβαιώνει: «Και είπε ο Θεός, "Ας κάμομε άνθρωπο κατ’ εικόνα ημών, καθ’ ομοίωση ημών".» (Γένεσις 1: 26)
Και σύμφωνα με την πρόθεση του Θεού ήταν και το αποτέλεσμά του: «Και έκαμε ο Θεός τον άνθρωπο κατ’ εικόνα αυτού· κατ’ εικόνα Θεού έκαμε αυτόν· άρσεν και θήλυ έκαμε αυτούς.» (Γένεσις 1: 27)
Κατά τη Βίβλο, λοιπόν, οι άνθρωποι, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες, έχουν δημιουργηθεί έτσι ώστε να μοιάζουν στο Θεό. Υπάρχουν και άλλα εδάφια της Γένεσης που το επιβεβαιώνουν, όπως, π.χ., τα δύο πρώτα εδάφια του 5ου κεφαλαίου.
Ποιο είναι, όμως, το στοιχείο εκείνο στον άνθρωπο που τον κάνει να μοιάζει με το Θεό; Προφανώς αυτό δεν μπορεί να είναι το φθαρτό σώμα μας. Ασφαλώς και είναι το πνεύμα του ανθρώπου. Να τι λέει ο προφήτης Ησαΐας που το διευκρινίζει περαιτέρω: «Αυτά, λέει, Κύριος ο Θεός … Αυτός που δίνει την αναπνοή στους ανθρώπους της γης και πνεύμα σε όσους περιπατούν πάνω σ’ αυτή.» (Ησαΐας 42: 5)
Από τα ανωτέρω εδάφια της Βίβλου συνάγεται ότι ο άνθρωπος είναι ένα πνευματικό ον που ζει σ’ ένα υλικό σώμα.
Η Καινή Διαθήκη επίσης μας λέει ότι ο άνθρωπος είναι το ανώτερο δημιούργημα πάνω στη γη, λίγο κατώτερος από τους αγγέλους: «Τι είναι ο άνθρωπος, ώστε να θυμάσαι αυτόν, ή ο υιός του ανθρώπου, ώστε να επισκέπτεσαι αυτόν; Έκαμες αυτόν ολίγον τι κατώτερο των αγγέλων, με δόξα και τιμή στεφάνωσες αυτόν. Και έκανες αυτόν κύριο πάνω στα έργα των χειρών σου· υπέταξες τα πάντα κάτω από τα πόδια του.» (Προς Εβραίους 2: 6-7)
Το γεγονός ότι ο Θεός έθεσε όλα τα δημιουργήματα κάτω από την κυριαρχία του ανθρώπου επιβεβαιώνεται από δύο ακόμη συγγραφείς της Βίβλου μέσα από τα επόμενα εδάφια:
«Και ο Θεός ευλόγησε αυτούς (τους πρωτόπλαστους) και τους είπε, "Να αυξάνεστε και να πληθαίνετε, και να γεμίσετε τη γη και να την κατακυριεύσετε· και να εξουσιάζετε πάνω στα ψάρια της θάλασσας, και πάνω στα πτηνά του ουρανού, και πάνω σε κάθε ζώο κινούμενο επί της γης".» (Γένεσις 1: 28)
«Κατέστησες αυτόν κύριο πάνω στα έργα των χειρών σου· τα πάντα υπέταξες κάτω από τα πόδια του.» (Ψαλμοί 8: 6)
Εδραιώνεται, λοιπόν, από τη Βίβλο, ότι ο άνθρωπος είναι πλασμένος από χώμα, είναι πνευματικό ον, λίγο κατώτερος από τους αγγέλους, και του έχει δοθεί κυριαρχία πάνω σε όλα τ’ άλλα έμψυχα όντα της γης. Αφού, όμως, ο άνθρωπος είναι ανώτερος απ’ όλα τ’ άλλα δημιουργήματα και ο μόνος που έχει γίνει καθ’ ομοίωση Θεού, θα είναι και το μόνο δημιούργημα με ηθική συνείδηση. Και σα να μην έφτανε αυτό, η Βίβλος προχωράει ακόμη περισσότερο: «Εγώ είπα, "θεοί είστε εσείς, και υιοί του Υψίστου πάντες· εσείς όμως ως άνθρωποι αποθνήσκετε…"» (Ψαλμοί 82: 6-7)
Δυστυχώς, ο άνθρωπος δεν έχει συνειδητοποιήσει τη θεϊκή του φύση, κι έτσι πεθαίνει αναλόγως…
Τι άλλες αρμοδιότητες έχει το πνεύμα του ανθρώπου; Το ακόλουθο εδάφιο μας δίνει την απάντηση: «Λύχνος του Κυρίου είναι το πνεύμα του ανθρώπου, το οποίον διερευνά πάντα τα ενδόμυχα της καρδίας.» (Παροιμίες 20: 27) Προφανώς, το πνεύμα του ανθρώπου ενεργεί μέσα απ’ αυτό που ονομάζουμε συνείδηση, ελέγχοντας τα βάθη της καρδιάς του, και καθοδηγώντας τον διακριτικά με μια σιγανή ήρεμη φωνή για τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει. Μ’ άλλα λόγια, η συνείδηση είναι η εκδήλωση του ανθρώπινου πνεύματος, το οποίο είναι το φως, ο λύχνος του Θεού, μια αχτίδα του Θείου Πνεύματος μέσα μας.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι: ο λύχνος αυτός του Κυρίου είναι πάντα αναμμένος ή έχουμε το χρέος να τον ανάβουμε εμείς οι ίδιοι και να τον διατηρούμε πάντα τη φλόγα του ζωντανή; Η απάντηση ίσως μπορεί να ψηλαφηθεί εάν παρομοιάσουμε το λύχνο του Κυρίου με λάμπα λαδιού: όταν τελειώνει το λάδι σε μια τέτοια λάμπα, το φως της ελαττώνεται μέχρι που σβήνει εντελώς. Το φυτίλι είναι πάντα εκεί αλλά χωρίς λάδι δεν μπορούμε να το ανάψουμε. Όταν το φως του "λύχνου του Κυρίου" είναι σβηστό, μιλάμε για κοιμισμένη συνείδηση.
Ποιο είναι, όμως, το λάδι που χρειάζεται το πνεύμα του ανθρώπου για να παραμένει ο λύχνος αυτός αναμμένος; Κι από πού προμηθεύεται κανείς το λάδι αυτό; Το επόμενο εδάφιο από τη Βίβλο μας δίνει μια νύξη: «Βεβαίως υπάρχει πνεύμα στον άνθρωπο· όμως η έμπνευση του Παντοδύναμου τον διδάσκει.» (Ιώβ 32: 8) Η έμπνευση του Θεού, λοιπόν, φαίνεται πως είναι το λάδι που χρειάζεται ο λύχνος, δηλαδή το πνεύμα μας, για να διατηρείται φωτεινό και να ερευνά αποτελεσματικά τα ενδόμυχα του νου και της καρδιάς μας. Το πώς λαμβάνει κανείς αυτή την έμπνευση θα το βρει ο αναγνώστης σε επόμενα κεφάλαια.
Όμως, η αποστολή ενός φωτεινού ανθρώπινου πνεύματος δεν είναι μόνο να ερευνά την ψυχή μας και να μας δείχνει το σωστό μονοπάτι. Το πνεύμα του ανθρώπου είναι επίσης αστείρευτη πηγή δύναμης: «Το (ακμαίο) πνεύμα του ανθρώπου υποστηρίζει την αδυναμία αυτού· αλλά το κατατεθλιμμένο πνεύμα ποιος μπορεί να ανορθώσει;» (Παρoιμίες 18: 14)
Αυτά είναι καλά νέα! Εάν το πνεύμα μας είναι δυνατό, τότε μπορεί να στηρίξει όλες τις αδυναμίες του ανθρώπου, είτε είναι ψυχικές είτε σωματικές. Μπορεί να θεραπεύσει το σώμα από ασθένειες και να ελευθερώσει την ψυχή από διάφορα δεσμά (πάθη). Ας μην ψάχνουμε, λοιπόν, μακριά. Ας μην αναζητούμε θεραπευτές έξω από μας, όταν ο μεγάλος θεραπευτής είναι μέσα μας!
Ας δούμε τώρα τι λέει η Καινή Διαθήκη για το πνεύμα του ανθρώπου: «το σώμα χωρίς το πνεύμα είναι νεκρό.» (Ιακώβου 2: 26α) Προφανώς το πνεύμα είναι το στοιχείο εκείνο που δίνει ζωή στο σώμα.
Το πνεύμα του ανθρώπου, όμως, είναι συγχρόνως και η Θεϊκή αρχή μέσα στον άνθρωπο. Ο Ιησούς το αποκάλεσε “Βασιλεία του Θεού”. Να το σχετικό εδάφιο: «Δεν έρχεται η βασιλεία του Θεού ούτως ώστε να παρατηρείται· ούτε θα πουν, "ιδού εδώ είναι", ή "ιδού εκεί". Διότι ιδού, η βασιλεία του Θεού είναι μέσα σας.» (Λουκά 17: 20β-21)
Αυτό το επιβεβαιώνει και ο Απόστολος Παύλος στην πρώτη επιστολή του προς τους Κορινθίους: «Δεν γνωρίζετε ότι είστε ναός Θεού κι ότι το Πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα σας;» (A´ Προς Κορινθίους 3: 16) Ώστε, λοιπόν, το ανθρώπινο σώμα είναι ο ναός του Θεού!
Συνεχίζοντας πάνω στο ίδιο θέμα, στη δεύτερη επιστολή του προς Κορινθίους, ο Απ. Παύλος γράφει: «Αλλά έχομε αυτό το θησαυρό σε πήλινα σκεύη, για να είναι φανερό πως η υπερβολική δύναμη (του θησαυρού αυτού) είναι από το Θεό κι όχι από εμάς.» (Β´ Προς Κορινθίους 4: 7) Πόσο μεγάλο, στ’ αλήθεια, πνευματικό θησαυρό κρατάμε στο σώμα μας, σ’ αυτό το πήλινο σκεύος!
Το μυστήριο είναι το ότι η θεϊκή αρχή μέσα μας, το πνεύμα μας, αυτός ο θησαυρός, χρειάζεται να τραφεί, και η τροφή του, μας λέει η Καινή Διαθήκη, έρχεται από το λόγο του Θεού: «Ο δε (Ιησούς) αποκρίθηκε και είπε, "Είναι γραμμένο ότι ο άνθρωπος δεν θα ζήσει μόνο με άρτο, αλλά με κάθε λόγο που εξέρχεται από το στόμα του Θεού".» (Κατά Ματθαίον 4: 4)
Οι περισσότεροι άνθρωποι ταυτίζουν το πνεύμα του ανθρώπου με το νου. Όμως, σύμφωνα με το επόμενο εδάφιο της Βίβλου, φαίνεται πως πρόκειται για δύο διαφορετικά στοιχεία: «Διότι ποιος από τους ανθρώπους γνωρίζει τα (του νου) του ανθρώπου εκτός από το πνεύμα του ανθρώπου που κατοικεί σε αυτόν; Έτσι και τα του Θεού ουδείς γνωρίζει παρά μόνο το Πνεύμα του Θεού.» (Α´ Προς Κορινθίους 2: 11)
Ώστε, λοιπόν, το πνεύμα του ανθρώπου είναι αυτό που γνωρίζει τις σκέψεις του νου. Το πνεύμα είναι ο γνωρίζων, ενώ ο νους με τα παράγωγά του, δηλαδή τις σκέψεις, είναι το αντικείμενο της γνώσης του πνεύματος. Υπάρχει κάποιος μέσα μας, που είτε τον αντιλαμβανόμαστε είτε όχι, συνεχώς γνωρίζει και ελέγχει τις σκέψεις μας, και με μια σιγανή ήρεμη φωνή μας καθοδηγεί – θέλει να μας καθοδηγήσει – στο σωστό δρόμο. Πόσοι από μας, άραγε, και πόσο συχνά και σωστά διακρίνουμε αυτή τη σιγανή φωνή του πνεύματός μας; Και όταν είμαστε ήρεμοι αρκετά για να αντιληφθούμε τη φωνή της συνείδησης, πόσο συχνά την παίρνουμε στα σοβαρά και πράττουμε αναλόγως, ενάντια στις επιθυμίες και τις παρορμήσεις μας, και εις βάρος του νομιζόμενου συμφέροντός μας; Είναι σταθερή πεποίθησή μου ότι η πιο δύσκολη υπόθεση στην ανθρώπινη πνευματικότητα, και ιδιαίτερα για όποιον έχει θέσει στόχο ζωής το να πορεύεται σύμφωνα με τις αρχές του Θεού, είναι το να διακρίνει καθαρά αυτή την εσωτερική φωνή.
Ο Απόστολος Παύλος αποκαλεί το πνεύμα, “εσωτερικό άνθρωπο” που χρειάζεται ενδυνάμωση. «Παρακαλώ το Θεό… να ενισχύσει δυναμικά τον εσωτερικό σας άνθρωπο δια του Πνεύματός του.» (Προς Εφεσίους 3: 14,16) Ώστε, λοιπόν, ο εσωτερικός μας άνθρωπος, για να ενδυναμώνεται, εκτός από το λόγο του Θεού με τον οποίο πρέπει να τρέφεται, χρειάζεται την προσευχή και την επικοινωνία με το Θεό.
Τα καλά νέα είναι ότι αυτός ο εσωτερικός άνθρωπος, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει με το σώμα μας, δεν γερνάει! Μάλιστα, μέσω πίστης στο Θεό και εναρμόνισης με τις θείες αρχές, το πνεύμα ανανεώνεται συνεχώς. Να τι λέει ο Απόστολος Παύλος: «Δια τούτο εμείς δεν αποκάμνομε· διότι αν και ο εξωτερικός άνθρωπος φθείρεται, ο εσωτερικός ανανεώνεται καθημερινά.» (Β´ Προς Κορινθίους 4: 16) Πόσο παρήγορο είναι να γνωρίζουμε ότι υπάρχει κάτι πολύτιμο μέσα μας που δεν φθείρεται όσο μεγαλώνουμε!
ΙΙ: Η ανθρώπινη ψυχή
Υπάρχει ακόμη ένα άλλο στοιχείο στο ανθρώπινο σώμα το οποίο η Βίβλος διαχωρίζει από το πνεύμα, αν και το όρια είναι δυσδιάκριτα. Ο άνθρωπος έχει επίσης μια ψυχή. Στην Παλαιά Διαθήκη κυρίως, αλλά και στην Καινή, χρησιμοποιούνται οι λέξεις ψυχή και καρδιά αντί για τη λέξη πνεύμα, κι έτσι καθίσταται ακόμη δυσκολότερο να τα ξεχωρίσουμε. Για παράδειγμα, στο εδάφιο, «Η χαρούμενη καρδιά είναι ένα καλό ιατρικό, αλλά το θλιμμένο πνεύμα αποξηραίνει τα οστά» (Παρ. 17: 22), ο μελετητής τείνει να συμπεράνει ότι καρδιά και πνεύμα είναι το ίδιο πράγμα.
Παρομοίως, στο εδάφιο, «Η ψυχή μου διψάει για το Θεό, το ζωντανό Θεό· πότε θα έλθω να εμφανιστώ μπροστά στο Θεό;» (Ψαλμοί 42: 2), ο Δαβίδ αναφέρεται μάλλον στο πνεύμα του. Διότι από άλλα εδάφια της Βίβλου είναι φανερό ότι το πνεύμα μας επιθυμεί να ενωθεί με το Πνεύμα του Θεού· πράγματι, το πνεύμα μας κράζει «Αββά, ο Πατήρ!» (Μάρκ. 14: 36, Ρωμ. 8: 15, Γαλ. 4: 6) Κι ενώ το πνεύμα μας επιθυμεί την παρουσία του Θεού, η ψυχή μάλλον ωθεί τον άνθρωπο μακριά απ’ αυτόν, επιδιώκοντας την ικανοποίηση των αισθήσεων και των σαρκικών επιθυμιών.
Ποια είναι λοιπόν η ψυχή; Από αυτά που μας λέει η Βίβλος, συμπεραίνουμε ότι η ψυχή είναι το όργανο μέσω του οποίου ο άνθρωπος σχετίζεται με τον υλικό κόσμο· είναι η ουσία της προσωπικότητάς μας η οποία εκφράζεται μέσα από τη θέληση, τα συναισθήματα και το νου, παρόλο που ο νους, σε κάποιο βαθμό, σχετίζεται κι αυτός με το πνεύμα. Όπως προείπα, αυτό είναι ένα πεδίο όπου η οριακή γραμμή μεταξύ πνεύματος και ψυχής δεν είναι εύκολα διακριτή, και ο ερευνητής χρειάζεται αποκάλυψη από το Πνεύμα του Θεού και το γραπτό λόγο του Θεού για να διακρίνει μεταξύ αυτών.
Αξίζει να διαλογιστούμε για λίγο πάνω στα επόμενα λόγια του Αποστόλου Παύλου από την προς Εβραίους επιστολή του: «Διότι ο λόγος του Θεού είναι ενεργός και δραστικός, πιο κοφτερός κι από κάθε δίκοπο μαχαίρι, που εισχωρεί βαθιά μέχρι διαιρέσεως της ψυχής από το πνεύμα, των οστών από τους μυελούς, και κρίνει τους διαλογισμούς και τις προθέσεις της καρδιάς.» (Προς Εβραίους 4: 12) Εδώ η λέξη 'καρδιά' χρησιμοποιείται αντί της λέξης 'ψυχή'. Διότι η ψυχή είναι εκείνη που διαλογίζεται (με το νου) και έχει επιθυμίες. Ο Απ. Παύλος μας λέει ότι για να διακρίνουμε σωστά αν οι σκέψεις και επιθυμίες της καρδιάς μας είναι σε αρμονία με τις αρχές του πνεύματος, χρειαζόμαστε το λόγο του Θεού, όπως έχει αποκαλυφθεί μέσα από τους προφήτες και τους Μύστες στις άγιες Γραφές.
Η Καινή Διαθήκη είναι πολύ σαφής και ξεκάθαρη για την τρισυπόστατη φύση του ανθρώπου. Ιδού ένα πιο καθοριστικό εδάφιο πάνω στο θέμα αυτό: «Είθε ο Θεός της Ειρήνης να σας αγιάσει παντελώς, ώστε ολόκληρο το πνεύμα, η ψυχή και το σώμα σας να διατηρηθούν άμεμπτα στην παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.» (Α´ Προς Θεσσαλονικείς 5: 23)
Η Βίβλος επίσης μας λέει ότι η ψυχή του ανθρώπου χρειάζεται σωτηρία και ανάπαυση, και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο σε επικοινωνία με το Θεό. Ας δούμε τι έγραψε ο προφητάναξ Δαβίδ: «Κοντά στο Θεό βεβαίως αναπαύεται η ψυχή μου· απ’ αυτόν πηγάζει η σωτηρία μου. (…) Αλλά συ, ψυχή μου, βρες ανάπαυση εις τον Θεό· διότι απ’ αυτόν κρέμεται η ελπίδα μου.» (Ψαλμοί 62: 1, 5)
Σε εδάφια από τον επόμενο ψαλμό διαβάζουμε: «…Τα χείλη μου θα σε επαινούν. Έτσι θα σ’ ευλογώ στη ζωή μου· στ’ όνομά σου θα υψώνω τα χέρια μου. Η ψυχή μου θα χορτάσει όπως με λίπος και μυελό· και το στόμα μου θα σε δοξάζει με χείλη αγαλλίασης.» (Ψαλμοί 63: 3β-5)
Προφανώς ο Δαβίδ έχει κατανοήσει μέσω εμπειρίας ότι δοξάζοντας το Θεό η ψυχή του έβρισκε τροφή και πληρότητα. Στ’ αλήθεια, η λατρεία του Θεού είναι η καλύτερη τροφή για την ψυχή. Όμως, όταν προσκολλάται κανείς στο θέλημα του Θεού και στις αρχές του, αυτό είναι ακόμη καλύτερο. Όταν η ψυχή μας κλίνει προς το Θεό, τότε ο Θεός θα μας στηρίζει: «Προσκολλήθηκε η ψυχή μου σ’ εσένα· η δεξιά σου με υποστηρίζει.» (Ψαλμοί 63: 9)
Σχετικά με την αθανασία της ψυχής ο Ιησούς είπε: «Και μη φοβηθείτε εκείνους που μπορούν να σκοτώσουν το σώμα αλλά δε μπορούν να σκοτώσουν την ψυχή· μάλλον να φοβάστε εκείνον που μπορεί να καταστρέψει τόσο το σώμα όσο και την ψυχή.» (Κατά Ματθαίο 10: 28)
Φαίνεται, λοιπόν, ότι και η ψυχή μας είναι θνητή. Στην Αποκάλυψη υπάρχει αναφορά στο “δεύτερο θάνατο”, εκείνον της ψυχής: «Αυτός που έχει αυτί ας ακούσει τι λέγει το Πνεύμα προς τις Εκκλησίες: εκείνος που υπερνικά δεν θα αδικηθεί από το δεύτερο θάνατο.» (Αποκάλυψη 2: 11)
Προφανώς αυτός ο δεύτερος θάνατος αφορά το θάνατο της ψυχής. Σχετικά με το πώς μπορεί αυτός ο δεύτερος θάνατος ν’ αποφευχθεί, θα εξετάσουμε περισσότερα Βιβλικά εδάφια στην ανάρτηση περί σωτηρίας του ιστολογίου τούτου. Εδώ πρέπει να τονίσω ότι ίσως χρειαστεί να παραθέσω ορισμένα εδάφια περισσότερες από μια φορά, αφού τα θέματα συχνά επικαλύπτουν σε κάποιο βαθμό το ένα το άλλο, ακριβώς όπως οι πνευματικές λειτουργίες επικαλύπτουν εν μέρει τις ψυχικές.
ΙΙΙ: Το Ανθρώπινο Σώμα
Το σώμα του ανθρώπου είναι θνητό. Αυτό είναι μια πικρή αλήθεια που όλοι γνωρίζουμε και δεν χρειαζόμαστε τις Γραφές για να μας το επαληθεύσουν. Σε κάθε περίπτωση, ας δούμε κάποια εδάφια σχετικά με το θέμα:
«Όλα πηγαίνουν στο ίδιο μέρος· όλα έγιναν από χώμα και όλα επιστρέφουν στο χώμα.» (Εκκλησιαστής 3: 20)
Όμως, στο επόμενο εδάφιο ο Εκκλησιαστής αναρωτιέται τι συμβαίνει με το πνεύμα του ανθρώπου, εννοώντας μάλλον την ψυχή: «Ποιος γνωρίζει εάν το πνεύμα του ανθρώπου ανεβαίνει άνω και το πνεύμα του ζώου εάν κατεβαίνει κάτω στη γη;» (Εκκλησιαστής 3: 21)
Σε άλλο πάλι κεφάλαιο, ο Εκκλησιαστής φαίνεται να είναι σίγουρος για το τι συμβαίνει στο πνεύμα του ανθρώπου μετά το θάνατο: «Και το χώμα (σώμα) θα επιστρέψει στη γη από την οποία προήλθε, ενώ το πνεύμα θα επιστρέψει στο Θεό ο οποίος το έδωσε.» (Εκκλησιαστής 12: 7)
Ώστε, λοιπόν, ενώ το σώμα είναι θνητό, το πνεύμα, που είναι εκ της ουσίας του Θεού, είναι αθάνατο, όπως και ο Θεός.
Ο Απόστολος Παύλος επιβεβαιώνει ότι ενώ το ορατό σώμα είναι προσωρινό, το αόρατο, δηλαδή ο εσωτερικός άνθρωπος ή το πνεύμα είναι αθάνατο: «Εμείς δεν προσβλέπουμε στα ορατά αλλά στα μη ορατά. Διότι αυτά που είναι ορατά είναι προσωρινά, ενώ αυτά που είναι αόρατα είναι αθάνατα.» (Β´ Προς Κορινθίους 4: 18)
Παρόλα αυτά, έχουμε υποχρέωση να φροντίζουμε το ορατό και προσωρινό μας σώμα, αυτό το πήλινο δοχείο, όπως το ονομάζει η Γραφή, διότι είναι το όχημα μέσω του οποίου γνωρίζουμε το Θεό και πραγματώνουμε το θείο σκοπό σ’ αυτή τη ζωή. Όπως μας λέει Απόστολος Παύλος, το πήλινο δοχείο είναι ο ναός του Θεού.
«Δεν γνωρίζετε ότι είστε ναός του Θεού, κι ότι το Πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα σας;» (Α´ Προς Κορινθίους 3: 16)